O ΤΟΠΟΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟΣ
Πολλά γράφτηκαν για τις φωτιές και τη μέγιστη καταστροφή. Θυμήθηκα το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη " ο τόπος μας είναι κλειστός, τον κλείνουν δυό μαύρες συμπληγάδες..."
Αφιερωμένο σ' όλους αυτούς που δήθεν κόπτονται για τον τόπο και αδυνατούν να τον προστατεύσουν, ακόμα και στο επίπεδο της ανθρώπινης ζωής.
Αφιερωμένο στον πρωθυπουργό που δηλώνει πομπωδώς στη Βουλή " όπου ήταν δάσος θα ξαναγίνει δάσος" και από κάτω οι ηλίθιοι να τον χειροκροτάνε, λες και είπε τίποτα καινούριο.
Από καταβολής του κράτους αυτό είναι κατοχυρωμένο από το Σύνταγμα και τους ειδικότερους δασικούς νόμους, δεν χρειάζεται να το δηλώσει, αλλά να το εφαρμόσει.
Αφιερωμένο επίσης σ' όλους όσους θα "συνευρεθούν" στις πλατείες, μαυροφορεμένοι ή ασπροφορεμένοι, δεν ξέρω, για να ασκήσουν το εθνικό σπορ, τις ανοιχτές μαζώξεις με σκοπό τις σιωπηλές ή φωναχτές διαμαρτυρίες.
"Οπου γάμος και χαρά πρώτη η Βασίλω", μας χαρακτηρίζει απόλυτα.
Ο τόπος μας είναι κλειστός,
όλο βουνά που έχουν σκεπή
το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα.
Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε
πηγάδια, δεν έχουμε πηγές.
Μονάχα λίγες στέρνες,
άδειες κι αυτές.
Που ηχούν και που τις προσκυνούμε.
Ήχος στεκάμενος, κούφιος,
ίδιος με τη μοναξιά μας,
ίδιος με την αγάπη μας,
ίδιος με τα σώματά μας.
Μας φαίνεται παράξενο
που κάποτε μπορέσαμε να χτίσουμε τα σπίτια,
τα καλύβια και τις στάνες μας.
Και οι γάμοι μας, τα δροσερά
στεφάνια και τα δάχτυλα,
γίνουνται αινίγματα
ανεξήγητα για την ψυχή μας.
Πώς γεννήθηκαν,
πώς δυναμώσαν τα παιδιά μας;
Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε
πηγάδια, δεν έχουμε πηγές.
μονάχα λίγες στέρνες,
άδειες κι αυτές.
που ηχούν και που τις προσκυνούμε.
Ο τόπος μας είναι κλειστός.
τον κλείνουν οι δυο μαύρες
Συμπληγάδες.
Στα λιμάνια την Κυριακή σαν
κατεβούμε ν' ανασάνουμε,
βλέπουμε να φωτίζουνται στο
ηλιόγερμα σπασμένα ξύλα,
απο ταξίδια που δεν τέλειωσαν
σώματα που δεν ξέρουν πια
πώς ν' αγαπήσουν
Ο τόπος μας είναι κλειστός,
όλο βουνά που έχουν σκεπή
το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα.
Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε
πηγάδια, δεν έχουμε πηγές.
Μονάχα λίγες στέρνες,
άδειες κι αυτές.
Που ηχούν και που τις προσκυνούμε.
Ήχος στεκάμενος, κούφιος,
ίδιος με τη μοναξιά μας,
ίδιος με την αγάπη μας,
ίδιος με τα σώματά μας.
Μας φαίνεται παράξενο
που κάποτε μπορέσαμε να χτίσουμε τα σπίτια,
τα καλύβια και τις στάνες μας.
Και οι γάμοι μας, τα δροσερά
στεφάνια και τα δάχτυλα,
γίνουνται αινίγματα
ανεξήγητα για την ψυχή μας.
Πώς γεννήθηκαν,
πώς δυναμώσαν τα παιδιά μας;
Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε
πηγάδια, δεν έχουμε πηγές.
μονάχα λίγες στέρνες,
άδειες κι αυτές.
που ηχούν και που τις προσκυνούμε.
Ο τόπος μας είναι κλειστός.
τον κλείνουν οι δυο μαύρες
Συμπληγάδες.
Στα λιμάνια την Κυριακή σαν
κατεβούμε ν' ανασάνουμε,
βλέπουμε να φωτίζουνται στο
ηλιόγερμα σπασμένα ξύλα,
απο ταξίδια που δεν τέλειωσαν
σώματα που δεν ξέρουν πια
πώς ν' αγαπήσουν
Το ποίημα μελοποιήθηκε από το Γιάννη Μαρκόπουλο και ανήκει στη συλλογή " ο Στρατής ο Θαλασσινός ανάμεσα στους αγαπάνθους", ερμηνεύεται από χορωδία με τη συμμετοχή του Λάκη Χαλκιά και της Ιωάννας Κιουρτσόγλου.
2 Comments:
Ο τόπος μας είναι καρβουνιασμένος.
Σχολιαστή ο τόπος δεν είναι καρβουνιασμένος μόνο από τις φωτιές.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home